Η γαλακτοπαραγωγή θεωρείται ένας συνεχής και επίπονος μαραθώνιος, όπου θα πρέπει να υπάρχει μια αναγκαία χρονική περίοδος ξεκούρασης και προετοιμασίας για την συνέχεια του.
Η περίοδος ξεκούρασης ονομάζεται Ξηρά περιόδος, και για τα παραγωγικά μηρυκαστικά (αγελάδες, πρόβατα, αίγες) είναι μια υποχρεωτική αλλά και σημαντική περίοδος, που μεσολαβεί μεταξύ δύο χρονικά αλμεκτικών περιόδων.
Η χρονική διάρκεια της Ξηράς Περιόδου για τις αίγες και τα πρόβατα κυμαίνεται από 60 έως 90 ημέρες και όταν ξεκινάει, τόσο οι αίγες όσο και τα πρόβατα, βρίσκονται ήδη στο 3ο ή 2ο μήνα εγκυμοσύνης αντιστοίχως.
Για τις αγελάδες, η χρονική διάρκεια της Ξηράς Περιόδου είναι 60 ημέρες και κατά τη 1η ημέρα εισαγωγής στη φάση αυτή, οι αγελάδες βρίσκονται στις αρχές του 8ου μήνα εγκυμοσύνης.
Χρονική διάρκεια κάτω των 60 ημερών δεν είναι ωφέλιμη, μιας και αφενός μειώνει τον δείκτη γαλακτοπαραγωγής μέχρι και 25% (λόγω και των υψηλών συγκεντρώσεων προλακτίνης), και αφετέρου αυξάνει τον κίνδυνο για την εμφάνιση μεταβολικών ασθενειών όπως είναι η κέτωση, η κατακράτηση πλακούντα, η επιλόχεια πάρεση, η ενδομητρίτιδα και η μαστίτιδα
(ειδικά για τις αγελάδες μετά την έναρξη του τοκετού), καθώς και η πρόπτωση μήτρας για τα αιγοπρόβατα, τόσο πριν, όσο και μετά το τοκετό.
Σύμφωνα με νέες μελέτες για τις αγελάδες, η επιμήκυνση διάρκειας της Ξηράς Περιόδου άνω των 60 ημερών, έχει βρεθεί πως αυξάνει την επερχόμενη γαλακτοπαραγωγική ικανότητα, παρουσιάζοντας μικρότερο ποσοστό στην εμφάνιση μεταβολικών διαταραχών μετά το τοκετό.
***
Η 1η ημέρα της Ξηράς Περιόδου θεωρείται, και είναι, η πρώτη ημέρα της γαλακτοπαραγωγής και θα πρέπει να δίνεται η μέγιστη δυνατή βαρύτητα στην ορθή διαχείριση του κοπαδιού κατά τη φάση αυτή.
Στόχος είναι τα ζώα να έχουν τον ιδανικό, για τη φάση αυτή, δείκτη θρεπτικής κατάστασης (ούτε πολύ παχιά, ούτε πολύ αδύνατα), να διαβιούν σε ένα στεγνό και απαλλαγμένο από παθογόνους μικροοργανισμούς περιβάλλον, και να τους χορηγείται σιτηρέσιο που θα καλύπτει τις ανάγκες συντήρησης και τις επιπλέον ανάγκες εγκυμοσύνης στο στάδιο που βρίσκονται, με ισόρροπη προσφορά μετάλλων (όπως είναι κυρίως το ασβέστιο, το κάλιο, το μαγνήσιο, το νάτριο, ο φώσφορος, το θείο) βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Ειδικά στη περίπτωση των μετάλλων και με βάση τις διαθέσιμες ζωοτροφές που χρησιμοποιεί η εκάστοτε κτηνοτροφική εκμετάλλευση, θα πρέπει να επιδιώκεται η σωστή αναλογία ασβεστίου, φωσφόρου, μαγνησίου και καλίου ώστε να αποφεύγονται μεταβολικές διαταραχές που θα αυξήσουν το κίνδυνο εμφάνισης κλινικής ή υποκλινικής υποασβεστιαιμίας και της υπομαγνησιαιμίας.
Ζώα που εισέρχονται σε αυτή τη φάση που είναι είτε πολύ παχιά, είτε πολύ αδύνατα, θα πρέπει να διαχωρίζονται άμεσα από τα υπόλοιπα και να τους προσφέρεται συγκεκριμένο σιτηρέσιο, προκειμένου να αποκτήσουν τον επιθυμητό δείκτη θρεπτικής κατάστασης.
Για τη μεγιστοποίηση της παραγωγής γάλακτος των γαλακτοπαραγωγών μηρυκαστικών για την επόμενη γαλακτική περίοδο, απαιτείται μια χρονική περίοδος όπου πραγματοποιείται η ανάπλαση των κυττάρων του μαστικού αδένα και σε αυτή την περίοδο η έκκριση γάλακτος από το μαστό έχει ήδη σταματήσει. Πιο συγκεκριμένα, γερασμένα, κατεστραμμένα κύτταρα του μαστικού αδένα, αντικαταθίστανται από νέα υγιή κύτταρα.
Για τη μετάβαση από το τελευταίο στάδιο γαλακτοπαραγωγής στην πρώτη φάση ξηράς περιόδου, πραγματοποιείται παλινδρόμηση του μαστικού αδένα, μια προοδευτική διαδικασία για την απομάκρυνση του γάλακτος από το μαστό (Hurley 1989, Zobel 2013).
Η μείωση της παραγωγής γάλακτος συμβαίνει είτε προοδευτικά, είτε μετά από απότομη διακοπή του γάλακτος και χαρακτηρίζεται τόσο από διαφοροποίηση όσο και από απώλεια των επιθηλιακών κυττάρων του μαστικού αδένα (Wide 1999, Singh 2005). Πιο αναλυτικά, πραγματοποιείται προγραμματισμένος κυτταρικός θάνατος των εκκριτικών κυττάρων μέσω κυρίως της διαδικασίας της απόπτωσης και σε μικρότερο βαθμό μέσω της διαδικασίας της αυτοφαγίας (Norgaard 2008), έπειτα από ένα φυσιολογικό ερέθισμα (Colitti 1999).
Για τα πρόβατα και τις αίγες η αποπτωτική δραστηριότητα ξεκινάει δύο ημέρες μετά τη διακοπή της απομάκρυνσης του γάλακτος και κορυφώνεται 4 ημέρες αργότερα (Green&Streuli 2004).
Η ξήρανση του μαστικού αδένα και η διακοπή της γαλακτοπαραγωγής στα αιγοπρόβατα, πραγματοποιείται είτε με αιφνίδια διακοπή της άλμεξης ανεξαρτήτως του ύψους της γαλακτοπαραγωγής, και καλείται απότομη ή προκαλούμενη ξήρανση του μαστού, είτε με σταδιακά μειούμενη συχνότητα άλμεξης εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος ή έως συγκεκριμένου ύψους γαλακτοπαραγωγής και καλείται σταδιακή ή προοδευτική ξήρανση του μαστού.
Στις αγελάδες πραγματοποιείται απότομη ξήρανση του μαστού με κατάλληλα ενδομαστικά, σύμφωνα με τις οδηγίες του κτηνιάτρου και με ταυτόχρονη χρήση ενδομαστικών εσωτερικού σφραγίσματος του καναλιού των θηλών (με κατάλληλα σκευάσματα που κυκλοφορούν στο εμπόριο), για την αποφυγή νέων μολύνσεων και ειδικότερα κατά τις τρεις πρώτες εβδομάδες της Ξηράς Περιόδου.
Οι παραπάνω μέθοδοι ξήρανσης του μαστού μπορούν να συνδυαστούν και με επιπλέον διαχειριστικές πρακτικές όπως μεταβολές στη διατροφή, χρήση ενδομαστικών – αντιβιοτικών κατάλληλων για τη περίοδο της ξηράς περιόδου, εφαρμογή αποφρακτικών της θηλής κ.α (Dingwell 2001).
Η αναστολή έκκρισης γάλακτος οδηγεί σε μείωση των ορμονών που καθορίζουν τη γαλακτοπαραγωγή (προλακτίνη, αυξητική ορμόνη, οιστρογόνα, ινσουλίνη) ( Wide 1999 ).
Πιο συγκεκριμένα, η προλακτίνη και η αυξητική ορμόνη διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη διατήρηση της εκκριτικής λειτουργίας και στη κυτταρική επιβίωση, με τη προλακτίνη να δρα απευθείας στο μαστικό ιστό και η επίδραση της αυξητικής ορμόνης να είναι έμμεση, διεγείροντας τη παραγωγή και έκκριση του παρόμοιου με την ινσουλίνη αυξητικού παράγοντα 1 ‘ IGF1 ‘ ( Flint&Knight 1997).
Γενικά, τόσο η μείωση της προλακτίνης όσο και της αυξητικής ορμόνης κατά τη διακοπή της απομάκρυνσης του γάλακτος, οδηγεί σε αύξηση μιας ειδικής πρωτεΐνης που ονομάζεται IGFBP-5 και που ρόλος της είναι να δεσμεύει τον αυξητικό παράγοντα ‘IGF1’ ενεργοποιώντας έτσι τη παλινδρόμηση του μαστού και την απόπτωση των κυττάρων (Wilde 1997, Farrelly 1999, Zobel 2013, Zhao 2019).
***
Η Ξηρά περίοδος υποδιαιρείται σε δύο φάσεις:
α) στην αρχική φάση της ξηράς περιόδου και
β) στην τελική φάση της ξηράς περιόδου.
Στην αρχική φάση της Ξηράς περιόδου, όπου για τα αιγοπρόβατα διαρκεί από 25 έως 50 ημέρες και για τις αγελάδες 30 ημέρες, οι ανάγκες των ζώων σε απαραίτητα θρεπτικά συστατικά καλύπτονται από το σιτηρέσιό τους. Ειδικότερα για τα αιγοπρόβατα στη φάση αυτή θα πρέπει να δίνεται η μέγιστη δυνατή προσοχή στην ιδεατή αναλογία συγκεκριμένων μετάλλων, όπως είναι το ασβέστιο, ο φώσφορος, το κάλιο και το μαγνήσιο για να αποφεύγεται ο κίνδυνος εμφάνισης της αλλοτριοφαγίας.
Κατά την εισαγωγή στη τελική φάση της ξηρά περιόδου, όπου είναι και η τελευταία φάση έχοντας χρονική διάρκεια για τα αιγοπρόβατα 40 ημέρες και για τις αγελάδες 30 ημέρες προ αναμενόμενου τοκετού, αυξάνονται οι ανάγκες σε όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και κυρίως σε ενέργεια μιας και σε αυτή τη φάση, παρουσιάζεται τάχιστη εμβρυική ανάπτυξη. Η ανάπτυξη του εμβρύου, περιορίζει και τη χωρητικότητα της μεγάλης κοιλίας και επομένως και την κατανάλωση των χονδροειδών ζωοτροφών (σανοί, άχυρα κ.α).
Σε αιγοπρόβατα που κυοφορούν 2 ή περισσότερα έμβρυα θα πρέπει να δοθεί η μέγιστη δυνατή προσοχή, μιας και οι απαιτήσεις σε ενέργεια αυξάνονται κατά 75% τουλάχιστον σε σχέση με την αρχική φάση της ξηράς περιόδου. Δεδομένου ότι υφίσταται περιορισμός της κατανάλωσης των χονδροειδών ζωοτροφών, θα πρέπει το μείγμα συμπυκνωμένης τροφής να είναι όσο το δυνατό πιο υψιδοθερμικό, με ισόρροπη συγκέντρωση σε όλα τα μακροθρεπτικά και μικροθρεπτικά στοιχεία, και σε τέτοια αναλογία στο ημερήσιο χορηγούμενο σιτηρέσιο, ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος εμφάνισης της οξέωσης της μεγάλης κοιλίας.
Επιπλέον σε αυτά τα ζώα υπάρχει ο κίνδυνος εμφάνισης πρόπτωσης κόλπου ή και μήτρας λίγο πριν ή και κατά το τοκετό, άν, και όταν υπάρχει συνδυασμός χαμηλής συγκέντρωσης ασβεστίου στο αίμα.
Τα αιγοπρόβατα κατά τη ξηρά περίοδο μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα υποασβεστιαιμίας αλλά και υπομαγνησιαιμίας ή και συνδυασμό των δύο παραπάνω μεταβολικών ασθενειών, κυρίως όταν τα επίπεδα προσφοράς καλίου στο προσφερόμενο σιτηρέσιο είναι πολύ υψηλά (2,5%), ή όταν υπάρχει ανισορροπία στην αναλογία ασβεστίου προς φώσφορου που συνδυάζεται με χαμηλή προσφορά σε βιταμίνη D3 .
Κλινικά η διάγνωση της υπομαγνησιαιμίας στα αιγοπρόβατα διαπιστώνεται με εξέταση αίματος, όπου η τιμή του μαγνησίου στο πλάσμα αίματος είναι κάτω από 0,5 mg/dL (0,2 mmol/Lt) και αντίστοιχα κλινικά, η διάγνωση της υποασβεστιαιμίας διαπιστώνεται με αιματολογική εξέταση, όπου η τιμή ασβεστίου στο πλάσμα αίματος είναι κάτω από 9 mg/dL (2,0 mmol/Lt).
***
Τα τελευταία χρόνια σε συγκεκριμένα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας παρατηρείται το φαινόμενο goitre , που είναι μια μεταβολική ασθένεια, αποτέλεσμα της σοβαρής ανεπάρκειας ιωδίου, και η οποία οδηγεί σε διογκωμένο θυρεοειδή αδένα (βρογχοκήλη).
Η βρογχοκήλη είναι κυρίως ασθένεια των αρνιών, αλλά και των εριφίων και μπορεί με κατάλληλα μέτρα διατροφικής διαχείρισης να μειωθεί ή και να αποτραπεί η εμφάνιση του στη φάση της ξηράς περιόδου.
Κύριες αιτίες εμφάνισης αυτού του μεταβολικού νοσήματος που παρουσιάζει υψηλά ποσοστά θνησιμότητας στα νεογέννητα αρνιά ( >99%), είναι είτε η χαμηλή προσφορά ιωδίου, ειδικά σε βοσκοτόπια με χαμηλή συγκέντρωση ιωδίου, που γίνεται όλο και χειρότερη σε περιόδους με υψηλή συχνότητα βροχοπτώσεων, είτε λόγω παρουσίας ουσιών που δρουν ανταγωνιστικά στην απορρόφηση του συγκεκριμένου ιχνοστοιχείου από τον οργανισμό.
Για τις αγελάδες κατά τη τελευταία φάση της ξηράς περιόδου θα πρέπει να ελέγχεται τόσο ο δείκτης θρεπτικής κατάστασης όσο και η σωστή αναλογία ασβεστίου, καλίου, φωσφόρου, αλλά και μαγνησίου, για την αποφυγή της κλινικής και υποκλινικής υποασβεστιαιμίας που αυξάνουν το κίνδυνο εμφάνισης και άλλων μεταβολικών ασθενειών όπως είναι η κατακράτηση πλακούντα, η ενδομητρίτιδα, η μαστίτιδα, η κέτωση (λιπώδης εκφύλιση του ήπατος) και η μετατόπιση ηνύστρου που οδηγεί σε μειωμένη παραγωγικότητα γάλακτος έως και 25% σε όλη τη γαλακτοπαραγωγική φάση.
Λάμπρος Ριζογιάννης,
Γεωπόνος Ζωικής Παραγωγής
(MSc Dairy Nutritionist)